Γιάννης Μαρής.

Ο Γιάννης Μαρής (λογοτεχνικό ψευδώνυμο του Γιάννη Τσιριμώκου), γιος δικαστικού, γεννήθηκε το 1916 στη Σκόπελο. Καταγόταν από γνωστή οικογένεια της Φθιώτιδας με παράδοση στο χώρο της πολιτικής. Μεγάλωσε στη Λαμία. Αποφοίτησε από τη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών και εργάστηκε στην Αγροτική Τράπεζα της Ελλάδος. Κατά τη διάρκεια της γερμανικής κατοχής ίδρυσε την Ένωση Λαϊκής Δημοκρατίας (Ε.Λ.Δ.) από κοινού με τους Ηλία Τσιριμώκο και Σταύρο Κανελλόπουλο, οργάνωση που συμμετείχε στο ΕΑΜ, στης οποίας το δημοσιογραφικό όργανο "Μάχη" διετέλεσε αρχισυντάκτης και αρθρογράφος. Η αλλαγή του επωνύμου του σημειώθηκε κυρίως για να μην ταυτίζεται με τον ξάδελφό του ο οποίος διετέλεσε και πρωθυπουργός της χώρας κυριαρχώντας εκείνο το διάστημα στην πολιτική ζωή του τόπου. Ο ίδιος μετά τον Εμφύλιο απογοητεύτηκε από τις εξελίξεις και θεωρούσε ότι δεν υπήρχε ένα πραγματικά Σοσιαλιστικό κόμμα. Συγχρόνως οι διαφωνίες του με την πορεία της Αριστεράς τον οδήγησαν στην απόφαση να μην ασχοληθεί ξανά με την πολιτική. Εξαίρεση αποτελεί μόνο η συμμετοχή του στις έρευνες για τη διελεύκανση της δολοφονίας του Γρηγορίου Λαμπράκη.
Από το 1945 ασχολήθηκε επαγγελματικά με τη δημοσιογραφία. Το 1950, μετά τις αποκαλύψεις της εφημερίδας για το στρατόπεδο της Μακρονήσου, δικάστηκε και κλείστηκε στις φυλακές των Βούρλων στη Δραπετσώνα. Αποφυλακίστηκε χάρη στην παρέμβαση της Σοσιαλιστικής Διεθνούς και του πολιτικού ηγέτη Αλέξανδρου Σβώλου. Συνεργάστηκε με τα έντυπα "Προοδευτικός Φιλελεύθερος", "Νέα Γραμμή", "Ελεύθερος Λόγος", "Αθηναϊκή", "Ακρόπολις", "Απογευματινή" και το περιοδικό "Πρώτο". 
Στο χώρο της λογοτεχνίας πρωτοεμφανίστηκε το 1953 με το μυθιστόρημα "Έγκλημα στο Κολωνάκι", που δημοσιεύτηκε σε συνέχειες στο περιοδικό "Οικογένεια". Η επιτυχία του μυθιστορήματος, που εκδόθηκε σε βιβλίο από τις εκδόσεις "Ατλαντίς", τον ώθησε να συνεχίσει το γράψιμο και έτσι, στο περιθώριο της δημοσιογραφικής δουλειάς του, κατάφερε να γράψει περίπου πενήντα αστυνομικά αφηγήματα, είκοσι σενάρια για τον κινηματογράφο και την τηλεόραση και δύο θεατρικά έργα ("Ο κύριος 5%", που παρουσιάστηκε από το θίασο του Ντίνου Ηλιόπουλου και "Ποιος είναι ο Λύσσανδρος", που παρουσιάστηκε από τον θίασο των Ευθυμίου-Μαυροπούλου-Παπαγιαννόπουλου, και τα δύο σε συνεργασία με τον Δ.Κ. Ευαγγελίδη). Έγραφε πάντοτε χειρόγραφα και σπάνια χρησιμοποιούσε γραφομηχανή, ενώ ποτέ δεν κρατούσε σημειώσεις. Αν και ορισμένοι τον είχαν χαρακτηρίσει υποτιμητικά«ευπώλητο», δηλαδή απλά εμπορικό, ο ίδιος δεν ενοχλούταν από αυτόν τον χαρακτηρισμό καθώς χαιρόταν για την απήχηση των βιβλίων του.... 
Όπως σημειώνει ο συγγραφέας Φίλιππος Φιλίππου στην εφημερίδα "Το Βήμα", [...] "Δημιουργός ολόκληρης σχολής συγγραφέων αστυνομικών ιστοριών, ο Γιάννης Μαρής χρησιμοποιούσε την αστυνομική πλοκή ως πρόσχημα.
 Αυτό που τον ενδιέφερε πραγματικά ήταν η ατμόσφαιρα, το περιβάλλον, οι ανθρώπινες σχέσεις, δημιουργώντας ζωντανούς χαρακτήρες, αποτέλεσμα της συνεχούς παρατήρησης των προσώπων με τα οποία ήρθε σε επαφή στη διάρκεια της πολυετούς του καριέρας. Χαρακτηριστικός ανθρώπινος τύπος του Μαρή και βασικός ήρωας στα περισσότερα βιβλία του, ο αστυνόμος Μπέκας, κοντόχοντρος με ασήμαντη εμφάνιση, δεν ανήκει στους τύπους της νυχτερινής αθηναϊκής ζωής. Είναι υποδειγματικός οικογενειάρχης, δεν έχει διαβάσει ποτέ ποίηση αλλά "τον Βάρναλη τον έχει ακουστά", και πιστεύει ότι "οι ιδιωτικοί αστυνομικοί είναι για τις ταινίες του κινηματογράφου και τα μυθιστορήματα· χωρίς τον μηχανισμό της αστυνομίας πίσω σου είσαι άοπλος, αδύναμος, γυμνός..."" Ο Γιάννης Μαρής πέθανε στην Αθήνα το 1979. Για περισσότερα βιογραφικά στοιχεία του βλ. Χατζηφώτης Ι. Μ., "Μαρής, Γιάννης", στη "Μεγάλη Εγκυκλοπαίδεια της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας", τ. 10, Αθήνα: Χάρη Πάτση, χ.χ. και Αλέξης Ζήρας, "Μαρής, Γιάννης" στο "Λεξικό Νεοελληνικής Λογοτεχνίας", Αθήνα: Πατάκης, 2007, σ.1333.

Σχόλια